Tuesday, May 24, 2016

Σημαντικές οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις στη Σκιάθο

Ο Τομέας Αρχαιολογίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (ΙΑΚΑ), σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Μαγνησίας συνέχισε τη συστηματική ανασκαφή στη θέση «Κεφάλα» της Σκιάθου (η από κοινού ανασκαφική έρευνα άρχισε το 2012).
Την ανασκαφή συνδιευθύνουν ο καθηγητής Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν και η επί τιμή Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μαγνησίας Δρ. Αργυρούλα Δουλγέρη-Ιντζεσίλογλου. Από πλευράς ΥΠΠΟΑ συμμετέχει και η αρχαιολόγος της ΕΦΑ Μαγνησίας Ελένη Χρυσοπούλου. Το ανασκαφικό πρόγραμμα εντάσσεται στο εγκεκριμένο Πρόγραμμα Δράσης του ΥΠΠΟΑ και χρηματοδοτείται από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, ενώ στηρίζεται από τον Εξωραϊστικό Σύλλογο του «Ξανέμου», το Δήμο Σκιάθου και ορισμένους φιλάρχαιους Σκιαθίτες. Πολλά έξοδα καλύπτονται και από ιδίους πόρους των ανασκαφέων.
Η οχυρωμένη από την ύστερη γεωμετρική περίοδο θέση (β μισό 8ου αιώνα π.Χ.) θα μπορούσε να ταυτιστεί με την παλαιότερη από τις δύο πόλεις της Σκιάθου, την Παλαισκίαθο σύμφωνα με επιγραφικά τεκμήρια. Με βάση τα έως σήμερα επιφανειακά ευρήματα, ενδείξεις πρώιμης δραστηριότητας εμφανίζονται ήδη από τις αρχές του 10ου αιώνα π.Χ., ενώ η θέση φαίνεται ότι εγκαταλείφθηκε σταδιακά μετά την ίδρυση της κλασικής πόλης της Σκιάθου, η οποία βρίσκεται στη θέση της σημερινής ομώνυμης πόλης. Ένα μεγάλο σύνολο κεραμικής των κλασικών χρόνων που βρέθηκε κατά την ανασκαφή το 2014 κάτω από στρώμα καταστροφής κεράμων πλησίον του οχυρωματικού τείχους και ένας λακκοειδής τάφος των αρχών του 4ου αι. π.Χ., στα ΝΑ και εξωτερικά του πλατώματος, επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι η «Κεφάλα» ήταν κατοικημένη μέχρι και τους όψιμους κλασικούς χρόνους. Εντούτοις, η κορυφή του πλατώματος (υψόμετρο +57,22 μ.) συνέχισε να βρίσκεται σε χρήση και κατά την ελληνιστική περίοδο. Εκεί αποκαλύφθηκαν διαταραγμένα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Ορισμένα αποσπασματικά πήλινα ειδώλια, ψήφοι από υαλόμαζα και οστέινες βελόνες ίσως αποτελούν ένδειξη ύπαρξης ιερού στη θέση αυτή, το οποίο παρέμεινε σε χρήση και μετά την εγκατάλειψη του οικισμού.
Το εσωτερικό του τάφου

Η οχυρωμένη από την ύστερη γεωμετρική περίοδο θέση (β μισό 8ου αιώνα π.Χ.). θα μπορούσε να ταυτιστεί με την παλαιότερη από τις δύο πόλεις της Σκιάθου, την Παλαισκίαθο σύμφωνα με επιγραφικά τεκμήρια. Με βάση τα έως σήμερα επιφανειακά ευρήματα, ενδείξεις πρώιμης δραστηριότητας εμφανίζονται ήδη από τις αρχές του 10ου αιώνα π.Χ., ενώ η θέση φαίνεται ότι εγκαταλείφθηκε σταδιακά μετά την ίδρυση της κλασικής πόλης της Σκιάθου, η οποία βρίσκεται στη θέση της σημερινής ομώνυμης πόλης. Ένα μεγάλοσύνολο κεραμικής των κλασικών χρόνων που βρέθηκε κατά την ανασκαφή το 2014 κάτω από στρώμα καταστροφής κεράμων πλησίον του οχυρωματικού τείχους και ένας λακκοειδής τάφος των αρχών του 4ου αι. π.Χ., στα ΝΑ και εξωτερικά του πλατώματος, επιβεβαιώνουν την υπόθεση ότι η «Κεφάλα» ήταν κατοικημένη μέχρι και τους όψιμους κλασικούς χρόνους. Εντούτοις, η κορυφή του πλατώματος (υψόμετρο +57,22 μ.) συνέχισε να βρίσκεται σε χρήση και κατά την ελληνιστική περίοδο. Εκεί αποκαλύφθηκαν διαταραγμένα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα. Ορισμένα αποσπασματικά πήλινα ειδώλια, ψήφοι από υαλόμαζα και οστέινες βελόνες ίσως αποτελούν ένδειξη ύπαρξης ιερού στη θέση αυτή, το οποίο παρέμεινε σε χρήση και μετά την εγκατάλειψη του οικισμού.
Στη νότια πλευρά του πλατώματος του οικισμού, σε επαφή με το τείχος, ήρθαν στο φως δύο κτήρια (Α/Γ & Β). Το κτήριο Α είναι ελλειψοειδές με πλίνθινη ανωδομή που χρονολογείται στη μετάβαση από τον 8ο στον 7ο αιώνα π.Χ. Το οικοδόμημα αυτό, το οποίο ίσως φιλοξενούσε εργαστηριακές-βιοτεχνικές δραστηριότητες, σχετίζεται με έναν ημιυπαίθριο χώρο (Γ). Η εύρεση του οικοδομήματος φανερώνει ότι τα καμπυλόγραμμα οικοδομήματα που απαντούν στην Εύβοια και τη Θεσσαλία κατά τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους, χαρακτηρίζουν και τα νησιά των Βορείων Σποράδων. Με τον ορίζοντα κατοίκησης των πρώιμων ιστορικών χρόνων σχετίζονται και κατάλοιπα από μεταλλευτικούς κλιβάνους που πιστοποιούν την κατεργασία μετάλλων στην «Κεφάλα». Βόρεια του κτηρίου Α αποκαλύφθηκε τμήμα ενός ορθογώνιου κτηρίου (Β), των αρχαϊκών χρόνων που φαίνεται ότι ήταν ημιυπόγειο και κατέστρεψε τμήμα του Α.
Εξωτερικά των κτηρίων αλλά και εσωτερικά του κτηρίου Α σε επίπεδο χαμηλότερο της θεμελίωσής του εντοπίστηκε ένα εκτενές στρώμα απόθεσης που χρονολογείται από τον πρώιμο 10ο αιώνα π.Χ. Πέραν της κεραμικής, το στρώμα αυτό περιείχε έναν εντυπωσιακό αριθμό θαλάσσιων οστρέων. Είναι ενδιαφέρον ότι φέτος άρχισε να ανασκάπτεται εξωτερικά της τειχισμένης περιοχής, κυκλοτερής πλίνθινη κατασκευή που εδράζεται σε λίθινη βάση η οποία περιείχε πολλά κάρβουνα, πυρακτωμένες πλίθρες και πολυάριθμα παρόμοια θαλάσσια όστρεα, καθώς και κεραμική, η οποία ωστόσο δεν έχει συντηρηθεί ακόμη. Η κατασκευή φαίνεται ότι σχετίζεται με εργαστηριακή χρήση.
4 χρυσοί σφηκωτήρες (για τα μαλλιά)

Η κύρια νεκρόπολη πρέπει να βρισκόταν στα ΝΔ του αρχαίου οικισμού, στην παραλία του όρμου του «Ξάνεμου». Το 2013 ανασκάφηκαν δύο αρχαϊκοίπαιδικοί εγχυτρισμοί που φαίνεται ότι αποτελούν τμήμα νεκρόπολης. Φέτος, στην ίδια περιοχή, αποκαλύφθηκε μία ακόμα ταφή, ιδιαίτερα σημαντική. Πρόκειται για κιβωτιόσχημο τάφο  που οι διαστάσεις του παραπέμπουν σε ενήλικα νεκρό (εσωτ. διαστ. 1,80 Χ 0,70 μ.), ενώ τα νεογιλά δόντια σε νεαρότερο άτομο. Ενδέχεται να πρόκειται για διπλή ταφή: ενός ενήλικου ατόμου που ενταφιάστηκε, αν κρίνουμε από τα λιγοστά σκελετικά κατάλοιπα των κάτω άκρων που εντοπίστηκαν σε συνεσταλμένη στάση (δεν έχουν μελετηθεί ακόμη) και ενός μικρού παιδιού. Στα κτερίσματα συγκαταλέγονται ένα πήλινος αμφορίσκος, ένα πήλινο «κουμπί», 5 χάλκινοι δακτύλιοι (4 απλοί και ένας με «ασπιδωτή» σφενδόνη), δύο επιμήκεις χάλκινες περόνες με ατρακτοειδή εξόγκωση, μια σιδερένια περόνη και μια δεύτερη αποσπασματικά διατηρημένη, καθώς και τέσσερις χρυσοί σφηκωτήρες. Ο ένας από τους σφηκωτήρες βρέθηκε περιελιγμένος στην απόληξη της μιας χάλκινης περόνης. Η πρώτη παρατήρηση των κτερισμάτων (δεν έχουν συντηρηθεί ακόμη όλα) οδηγεί στην προσωρινή χρονολόγηση της ταφής στις αρχές του 10ου αιώνα π.Χ. Σημειώνουμε ότι ο τάφος αυτός είχε ελαφρώς διαταραχτεί από παιδικό εγχυτρισμό που τοποθετήθηκε κατά την αρχαϊκή περίοδο εν μέρει πάνω από αυτόν.
Ως μία από τις ελάχιστες γνωστές έως τώρα θέσεις και η μοναδική συστηματικά ανασκαπτόμενη θέση των πρώιμων ιστορικών χρόνων στις Βόρειες Σποράδες, η «Κεφάλα» της Σκιάθου είναι ιδιαίτερης σπουδαιότητας. Τα έως τώρα ευρήματα υποδεικνύουν έναν κομβικό πρώιμο οικισμό του κεντρικού Αιγαίου, σε άμεση γειτνίαση και επαφή κυρίως με τη Θεσσαλία και την Εύβοια. Η Σκιάθος, όπως και τα παρακείμενα νησιά των Βορείων Σποράδων, θα πρέπει να αποτέλεσαν για τους κινητικότατους Ευβοείς τους ενδιάμεσους σταθμούς στην πορεία τους προς το Θερμαϊκό Κόλπο και τη Χαλκιδική. Η γεωγραφική θέση της «Κεφάλας» διευκόλυνε τις επαφές μεταξύ του κεντρικού και βόρειου ελλαδικού χώρου όχι μόνο κατά την πρωιμότερη και κύρια φάση ακμής του οικισμού, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Λόγω έλλειψης επαρκών κονδυλίων η έρευνα στο πεδίο διήρκεσε εφέτος μόλις μία εβδομάδα (24-28/8)  (τις υπόλοιπες τρεις εβδομάδες – από 3 ως 21/8 – πραγματοποιήθηκε μελέτη στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Βόλου). Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου φιλοξενήθηκε στο νησί από την κυρία Vicky Cock ενώ πολύτιμη υπήρξε η συνεισφορά του Αντιδημάρχου κ. Γιάννη Σταματά που μερίμνησε για πολλά πρακτικά ζητήματα. Ο Μητροπολιτικός Ναός των Τριών Ιεραρχών Σκιάθου προσέφερε το δεκατιανό της ερευνητικής ομάδας του Πανεπιστημίου. Σταθερή είναι η στήριξη του κ. Βασίλη Ταμπάκη. Τους ευχαριστούμε όλους θερμά.

Ο τάφος από τις αρχές του του 10ου αι. π.Χ. που έσκαψαν το 2015

Πηγή: www.skiathoslife.gr


No comments:

Post a Comment